'' Α δ έ ρ φ ι α τους ν ε κ ρ ο ύ ς μην ξ ε χ ν ά τ ε '' - ''Την οργή τους να φοβάστε''
- Αφιερώνεται Στη μνήμη αυτών που τη ζωή τους έδωσαν για των λαών τη λ ε υ τ ε ρ ι ά
- * * *
- ( Θεσσαλονίκη. Μάης τού 1936 . Μια μάνα ,καταμεσίς τού δρόμου , μοιρολογάει - το σκοτωμένο παιδί της. Γύρω της και πάνω της, βουίζουν και σπάζουν τα κύματα - των διαδηλωτών- των απεργών καπνεργατών. Εκείνη συνεχίζει το θρήνο της ) :
- Μ έ ρ α Μ α γ ι ο ύ μου μ ί σ ε ψ ε ς - Γιε μου, σπλάχνο των σπλάχνων μου, καρδούλα της καρδιάς μου, - πουλάκι της φτωχειάς αυλής, ανθέ της ε ρ η μ ι ά ς μου , [...] - ...Πώς μ'άφησες να σέρνουμαι και να πονώ μονάχη [...] - ... Γιε μου ,ποια Μοίρα στόγραφε και ποια μού τόχε γράψει - τέτοιον
καημό ,τέτοια φωτιά στα στήθεια μου ν' ανάψει ;
- * * *
- Μέρα Μαγιού μού μίσεψες ,μέρα Μαγιού σε χάνω, - άνοιξη,
γιε, που αγάπαγες κι ανέβαινες απάνω - Στο λιακωτό και κοίταζες και δίχως να χορταίνεις - άρμεγες με τα μάτια σου το φως τής ο ι κ ο υ μ έ ν η ς [...] –
* * *
- Πώς θα γυρίσω μοναχή στο ερμαδιακό καλύβι ; - έπεσε η νύχτα στην αυγή και το στρατί μού κρύβει. [...] - Πού πέταξε
τ'αγόρι μου ; πού πήγε ; πού μ' αφήνει; - Ω, Παναγιά μου, αν ήσουνα ,καθώς εγώ ,μητέρα, - βοήθεια στο γιο μου θάστελνες τον Άγγελο από πέρα. - Κι, αχ, θέ μου,αν ήσουν θεός κι αν
ήμασταν παιδιά σου - θα πόναγες καθώς εγώ, τα δόλια πλάσματά σου - Κι αν ήσουν δίκαιος, δίκαια θα μοίραζες την πλάση, - κάθε πουλί ,κάθε παιδί να φάει και να χορτάσει.
- * * *
- ... Εμείς κρατάμε όλη τη γης μες στ'αργασμένα μπράτσα - και σκιάχτρα στέκουνται οι θεοί κι αφέντη έχουνε φάτσα. - και,τώρα ,επά σε ποια φωτιά τα χέρια μου θ'ανοίγω, - τα παγωμένα χέρια μου ναν τα ζεστάνω λίγο ; - Γιε μου, αν πονάς την ορφανή που στέκει έξω απ'τη θύρα, - ά ν ο ι ξ ε τα μ α τ ά κ ι α σου και μια στιγμούλα τήρα - τούτη τη γρια την άμοιρη ,τη γρια τη διακονιάρα - π' ούδε άνθρωπος κι ούδε θεός τής ρίχνει μια δεκάρα [...]
- * * *
Τι έκανες, γιε μου, εσύ κακό ; Για τους δικούς σου κόπους - την πλερωμή σου ζήτησες απ' άδικους ανθρώπους. - Λίγο
ψωμάκι ζήτησες και σούδωκαν μαχαίρι, - τον ίδρωτά σου ζήτησες και σούκοψαν το χέρι - Δεν ήσουν ζήτουλας εσύ να πας παρακαλώντας, - με τη γερή σου την καρδιά πήγες ορθοπατώντας - και χύμηξαν απάνου σου τα σμουλωχτά κοράκια - και σούπιαν το αίμα ,γιόκα μου, σού κλείσαν τα χειλάκια. [...] -
* * *
- Και, δες, μ'ανασηκώνουνε, χιλιάδες γιους ξανοίγω, - μα,
γιόκα μου, απ'το πλάγι σου δε δύνουμαι να φύγω. - όμοια ως εσένα μού μιλάν και με παρηγοράνε - και την τραγιάσκα σου έχουνε ,τα ρούχα σου φοράνε. [...] - Τώρα οι σημαίες σε
ντύσανε . Παιδί μου, εσύ κοιμήσου, - και γω τραβάω στ' αδέρφια σου και παίρνω τη φωνή σου. - Γλυκέ μου, εσύ δε χάθηκες, μέσα στις φλέβες μου είσαι. - Γιε μου ,στις φλέβες ολουνών, έμπα βαθιά και ζήσε. - Δες, πλάι μας περνούν πολλοί
,περνούν καβαλλαραίοι,- - όλοι στητοί και δυνατοί και σαν κ'εσένα ωραίοι. [...] - Ανάνεσά τους, γιόκα μου, θωρώ σε αναστημένο,- - Και γω η φτωχή και γω η λιγνή ,μεγάλη μέσα
σ'όλους, - με τα μεγάλα νύχια μου κόβω τη γη σε σβώλους - Και τους πετάω κατάμουτρα στους λύκους και στ'αγρίμια - που μούκαναν της όψης σου το κρούσταλλο συντρίμμια.
- * * *
- Κι ακολουθάς και συ νεκρός, κι ο κόμπος τού λυγμού μας - δένεται κόμπος του σκοινιού για το λαιμό του οχτρού μας. - Κι ως τόθελες [ως τόλεγες τα βράδυα με το λύχνο] - ασκώνω το σκεβρό κορμί και τη γροθιά μου δείχνω.
- * * *
- Κι αντίς τ'άφταιγα στήθεια μου να γδέρνω ,δες, β α δ ί ζ ω - και πίσω από τα δάκρυα μου τον ή λ ι ο α ν τ ι κ ρ ύ ζ ω.
- * * * -
Γιε μου, στ' αδέρφια σου τραβώ και σμίγω την οργή μου, - σου πήρα το ντουφέκι σου // κοιμήσου ,εσύ, πουλί μου. - [στίχοι απ'τον ΕΠΙΤΑΦΙΟ τού Γιάννη Ρίτσου] - '' Άγιοι Σπάρτακοι που σας ανέβασαν στο ικρίωμα και σας σταύρωσαν //και πάνω στο ικρίωμα τού σταυρικού μαρτυρίου βογγώντας τρεις μέρες και τρεις νύχτες, - Ελευθερόφρονες του Μεσαίωνα,που οι ιδέες σας γίναν πυρκαγιές και λάβαρα, - Αξέχαστοι κομμουνάροι της Παρισινής Κομμούνας που την έβαψαν στο αίμα, - Εξεγερμένοι αναρχοσυνδικαλιστές του Σικάγου, που σας οδήγησαν στην κρεμάλα, - Κρεμασμένοι της Γης, γιατί ονειρευτήκατε έναν άλλο κόσμο,μια κοινωνία χωρίς σκλάβους, είλωτες ,ραγιάδες και ''υποζύγια''// δίχως αφεντάδες και ''προστάτας'', - Θύματα
της πλατείας των χειμερινών ανακτόρων, των κρεματορίων, των ''φούρνων'', - Απροσκύνητοι ,αντάρτες, ΕΛΑΣίτες, ΕΠΟΝίτες, ΕΑΜίτες - Αντιφασίστες - Θύματα των κολαστηρίων στα κολαστήρια στη Μακρόνησο, στα Γιούρα ,στα απανταχού της Γης Γκουαντανάμο, αγωνιστές που πέσατε για την ελευθερία και ειρήνη, - Μάρτυρες του Σκοπευτηρίου της Καισαριανής και του ''συνήθους τόπου'' - Οραματιστές ενός κόσμου ,λα'ι'κής εξουσίας //χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και
που τα μέσα παραγωγής να είναι στα χέρια αυτών που παράγουν τον πλούτο , που χύνουν ιδρώτα και φτύνουν αίμα .Στης Γης τους..κολασμένους...
- * * *
-[για την επιλογή -επιμέλεια και σχόλια]:
Αντώνης Κ.Πρεκατές, δάσκαλος. Πρωτομαγιά 2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου